μάαρ

μάαρ
Μικρός εκρηξιγενής κρατήρας σε σχήμα χοάνης ή κυλίνδρου που δημιουργήθηκε στην επιφάνεια της Γης από μια έντονη έκρηξη αερίων που δεν συνοδεύτηκε από έκχυση λάβας. Το μ. περιβάλλεται συνήθως από ένα ανάχωμα με θραύσματα πετρωμάτων και μερικές φορές μπορεί να γεμίσει νερό και να σχηματίσει μια κυκλική λίμνη. Το μέγεθος των μ. παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία και σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να φτάσει τα 3.200 μ. σε διάμετρο και τα 300-400 μ. σε βάθος. Πολλά μ. υπάρχουν στο Άιφελ της Γερμανίας, στην Οβέρνη και στην Ιταλία (στην περιοχή της Ρώμης κ.α.). Τα μ. ονομάζονται επίσης και ηφαίστεια αερίων.
* * *
το
γεωλ. μικρός κρατήρας που έχει δημιουργηθεί από ηφαιστειακή έκρηξη χαμηλής θερμοκρασίας και δεν συνδέεται με έναν ηφαιστειακό κώνο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γερμ. maar].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • γενοκτονία — Ο όρος κατά λέξη σημαίνει εξόντωση μιας εθνικής ομάδας, ενός γένους, και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1946 στη δίκη της Νυρεμβέργης (αγγλ. genocide), για να χαρακτηρίσει ένα ειδικό έγκλημα που διαπράχθηκε εναντίον μιας φυλής ή εθνικών και… …   Dictionary of Greek

  • Αργυρός, Ουμβέρτος — (Καβάλα 1877 –Αθήνα 1963).Ζωγράφος. Υπήρξε μαθητής πρώτα του Νικηφόρου Λύτρα και του Γεωργίου Ροϊλού στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και αργότερα του Λεφτς και του Μάαρ στην Ακαδημία του Μονάχου. Ο Α. επιζητούσε να μεταδώσει στα έργα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”